Οι πορτοκαλί καρέκλες

Ήταν μια κουζίνα θλιβερή, με ντουλάπια απομίμησης ξύλου και έναν γκρι νιπτήρα.
Ένα άσπρο τραπέζι σχεδόν στο κέντρο του δωματίου και έξι πορτοκαλί πλαστικές καρέκλες, που προσπαθούσαν μάταια να δώσουν ένα χαρούμενο τόνο σε όλο το σύνολο. 

Πάνω στο τραπέζι ήταν παρατημένο ένα κουτί που περιείχε φαγητό από ταχυφαγείο.
Η κουζίνα επικοινωνούσε με μια αίθουσα  στην οποία υπήρχαν έξι γραφεία, πάνω στα οποία υπήρχαν ισάριθμες οθόνες υπολογιστών, που πίσω από αυτές κρύβονταν ισάριθμες καμπουριασμένες υπάρξεις. Δεν μιλούσαν μεταξύ τους ούτε κοιτάζονταν, παρά μόνο ένας, με ακουστικά στα αυτιά άκουγε τραγούδια τα οποία σιγοτραγουδούσε, αρκετά σιγά για να καταλάβεις τι λέει, αλλά αρκετά δυνατά ώστε να σε ενοχλούν οι ήχοι που παρήγαγε το στόμα του.

Κάποια στιγμή μια φιγούρα έσπρωξε την καρέκλα προς τα πίσω και παρέα με την καμπούρα και την λιπώδη κοιλιακή περιφέρειά του, σύρθηκε μέχρι την κουζίνα, έκατσε σε μια πορτοκαλί  καρέκλα και άνοιξε το ταλαίπωρο κουτί, που είχε φέρει πριν κάμποση ώρα κάποιος διανομέας. Έτρωγε μηχανικά, μονότονα την ιδρωμένη προτηγανισμενη πατάτα, το ύποπτο σουβλάκι και την μαραμένη ντομάτα.
Καθώς μασούλαγε, έκανε έναν ήχο με το στόμα του, κάτι σαν κλατς χλατς, πράγμα που έδενε ηχητικά με το κλακ κλακ που έκαναν οι συνάδελφοί του με το πληκτρολόγιο και το μουρ μουρ του τύπου που τραγουδούσε ή αυτό που έκανε τέλος πάντων.   
Το όλο σύνολο θα το έλεγα εξέχων εκνευριστικό. 

Μέσα σε όλη αυτή τη χαμηλόφωνη φασαρία ήρθε να προστεθεί μια αλαφιασμένη τύπισσα, η οποία κρατώντας ένα φύλλο Α4, πήγε και κάθισε απέναντι από τον τύπο που μασούλαγε κάνοντας κλατς χλατς, και με μια υστερική φωνή που περισσότερο απαιτούσε παρά ρωτούσε, τον ρώταγε κάτι ακαταλαβίστικα Αυτός μούγκριζε που και που, πότε συγκαταβατικά πότε αρνητικά, χωρίς να μπει ποτέ σε κόπο να σηκώσει τα μάτια του να την κοιτάξει. Ούτε ένα βλέμμα δεν άξιζε για αυτον.

Όλοι ζουν μαζί, εργάζονται μαζί, με τις καμπούρες τους, τα κλακ κλακ του πληκτρολογίου, τις λιπώδεις κοιλιές, το άθλιο φαγητό σε πακέτο, την θλιβερή κουζινα, το εκνευριστικό μουρ μουρ, το θράσος για την διακοπή του γεύματος συναδέλφου, την δειλία για απαίτηση γεύματος χωρίς κόλλες Α4 στα μούτρα και υστερικές φωνές.
Τελείωσα τις ρυθμίσεις, μάζεψα τα πράγματά μου και έφυγα γρήγορα. Έξω από την αίθουσα ήταν καλοκαίρι, η ημέρα Παρασκευή και η ώρα απογευματινή . 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις